Ο θυρεοειδής αδένας βρίσκεται στον τράχηλο μπροστά από τον λάρυγγα και την τραχεία. Είναι ένας από τους σημαντικότερους ενδοκρινείς αδένες του σώματος, παράγει την ορμόνη θυροξίνη (Τ4) και η λειτουργία του ρυθμίζεται από την υπόφυση μέσω της θυρεοτροπίνης (TSH).
Οι σημαντικότερες από τις δράσεις που επιτελεί ο θυρεοειδής αδένας με τις ορμόνες που παράγει, αφορούν την ρύθμιση των καύσεων και της κατανάλωσης οξυγόνου από τους ιστούς, την σωματική αύξηση και την ανάπτυξη, και τον μεταβολισμό των πρωτεϊνών, των λιπών και των υδατανθράκων. Επίσης οι θυρεοειδικές ορμόνες με την δράση τους επηρεάζουν και άλλα όργανα, έτσι όταν πάσχει ο θυρεοειδής αδένας εμφανίζονται και καρδιολογικές, νευρολογικές και οφθαλμολογικές διαταραχές.
Η διερεύνηση των παθήσεων του θυρεοειδούς αδένα γίνεται από την ειδικότητα της ενδοκρινολογίας και κατ’ αρχήν οι παθήσεις του αντιμετωπίζονται με φαρμακευτική αγωγή. Όχι σπάνια όμως, η χειρουργική παρέμβαση, δηλαδή η θυρεοειδεκτομή, είναι αναγκαία για την αφαίρεση του αδένα. Οι θυρεοειδικές παθήσεις που μπορεί να χρειστούν χειρουργείο είναι:
• Βρογχοκήλη: Βρογχοκήλη ονομάζεται κάθε διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα. Μπορεί να είναι τοξική, δηλαδή να συνοδεύεται από υπερθυρεοειδισμό (αυξημένη παραγωγή ορμονών με πολλά επακόλουθα), ή πιο συχνά να είναι μια απλή βρογχοκήλη (διάχυτη ή οζώδης) η οποία είναι συχνή νόσος στη χώρα μας λόγω έλλειψης ιωδίου. Η αρχική αντιμετώπιση των βρογχοκηλών είναι φαρμακευτική, στην πορεία όμως οι ασθενείς αυτοί ενδέχεται να χρειαστούν χειρουργική αντιμετώπιση, σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες του ενδοκρινολόγου τους.
• Όζος του Θυρεοειδούς αδένα : Οι όζοι μπορεί να είναι μονήρεις ή πολλαπλοί και ουσιαστικά είναι ογκίδια που αναπτύσσονται στον θυρεοειδικό ιστό. Αυτό που μας ανησυχεί σχετικά με τους θυρεοειδικούς όζους είναι η πιθανότητα να υποκρύπτουν κακοήθεια, πιθανότητα η οποία καθορίζεται από το είδος και το μέγεθος των οζιδίων.
• Καρκίνος του Θυρεοειδούς αδένα : Είναι ο συχνότερος από τους καρκίνους των ενδοκρινών αδένων του οργανισμού, η συχνότητα του οποίου έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες λόγω της αυξημένης ραδιενεργού ακτινοβολίας που υπάρχει στην ατμόσφαιρα. Στην πλειοψηφία του προέρχεται από τα θυλακιώδη κύτταρα του αδένα και είναι συνήθως θηλώδους ή θυλακιώδους ιστολογικού τύπου. Ο θυρεοειδικός καρκίνος συνήθως εκδηλώνεται ως μονήρης όζος που ανακαλύπτεται τυχαία. Σπάνια θα προκαλέσει συμπτώματα όπως βράγχος φωνής ή διόγκωση των τραχηλικών λεμφαδένων. Η αντιμετώπιση του καρκίνου του οισοφάγου είναι πρωτίστως χειρουργική και συνίσταται στην αφαίρεση όλου του αδένα. Μετά την θυρεοειδεκτομή, εκτός από την θεραπεία υποκατάστασης με θυρεοειδικές ορμόνες που πρέπει να λαμβάνουν όλοι οι θυρεοειδεκτομηθέντες ασθενείς, σε κάποιες περιπτώσεις χρειάζεται να χορηγηθεί ραδιενεργό ιώδιο για ογκολογικούς λόγους.
Θυρεοειδεκτομή
Οι πιο συχνές καταστάσεις για τις οποίες οι ενδοκρινολόγοι συνιστούν την χειρουργική θεραπεία των θυρεοειδικών παθήσεων είναι:
• Σε ευμεγέθεις διάχυτες ή πολυοζώδεις βρογχοκήλες που δεν ανταποκρίνονται στα φάρμακα και πιέζουν ή ενοχλούν τον ασθενή.
• Σε τοξικές καταστάσεις με υπερθυρεοειδισμό που υποτροπιάζει ή που δεν αντιμετωπίζεται με φαρμακευτική αγωγή.
• Σε μεγάλους θυρεοειδικούς όζους που μπορεί να υποκρύπτουν κακοήθεια.
Λόγω της υψηλής συχνότητας εμφάνισης των βρογχοκηλών στη χώρα μας η αφαίρεση του θυρεοειδούς αδένα, η θυρεοειδεκτομή, είναι μια συνήθης επέμβαση για τα Ελληνικά δεδομένα.
Με μικρή εγκάρσια τομή στον τράχηλο παρασκευάζεται και αφαιρείται ο αδένας. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στη διαφύλαξη των παραθυρεοειδών αδένων και των κάτω ή παλίνδρομων λαρυγγικών νεύρων, προκειμένου να μειωθούν οι σημαντικές επιπλοκές των θυρεοειδεκτομών οι οποίες είναι: - η κάκωση των κάτω λαρυγγικών νεύρων που προκαλεί από βράγχος φωνής μέχρι αφωνία και έντονη δύσπνοια, και ανάγκη τραχειοστομίας σε περίπτωση αμφοτερόπλευρης κάκωσης τους. – η αφαίρεση όλων των παραθυρεοειδών αδένων η οποία προκαλεί υπασβεστιαιμία και ανάγκη για λήψη ασβεστίου και βιταμίνης D δια βίου.
Η πιθανότητα να συμβούν αυτές οι σοβαρές επιπλοκές είναι μικρή, αυξάνει σε περιπτώσεις καρκίνου και παραμένει σε χαμηλά επίπεδα εαν οι χειρουργοί είναι καλά εκπαιδευμένοι, είναι καλοί γνώστες της ανατομίας του τραχήλου και είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί στο χειρουργείο.