Οι παραθυρεοειδείς αδένες είναι συνήθως τέσσερις και βρίσκονται πάνω στην οπίσθια επιφάνεια του θυρεοειδούς αδένα. Παρά την άμεση ανατομική σχέση που έχουν με τον θυρεοειδή, είναι λειτουργικά ανεξάρτητοι ενδοκρινείς αδένες. Η κύρια λειτουργία τους είναι η ρύθμιση των επιπέδων του ασβεστίου στον οργανισμό, ρύθμιση η οποία γίνεται μέσω της ορμόνης παραθορμόνη (PTH). Η παραθορμόνη για να επιτελέσει την λειτουργία της επιδρά με διάφορους μηχανισμούς στα οστά και στα νεφρά.
Η υπερλειτουργία των παραθυρεοειδών αδένων προκαλεί αύξηση της παραθορμόνης στο αίμα, η οποία με την σειρά της προκαλεί αύξηση των επιπέδων του ασβεστίου στο αίμα. Η αύξηση του ασβεστίου είναι υπεύθυνη για τα προβλήματα που παρουσιάζουν οι ασθενείς από το νευρομυϊκό σύστημα (μυϊκή αδυναμία), από το γαστρεντερικό σύστημα (έλκος, παγκρεατίτιδα) και από την ψυχική σφαίρα. Επίσης σοβαρά συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν από τα νεφρά με κωλικούς και νεφρολιθιάσεις, όπως επίσης και από τα οστά με οστικά άλγη και αυτόματα κατάγματα. Απαραίτητες για την διάγνωση του υπερπαραθυρεοειδισμού είναι οι εργαστηριακές εξετάσεις όπου τεκμηριώνουν τις αυξημένες τιμές ασβεστίου και παραθορμόνης στο αίμα. Διάφορες ακτινολογικές εξετάσεις απλώς αναδεικνύουν τις επιδράσεις της νόσου στα οστά και στα νεφρά.
Οι αιτίες του υπερπαραθυρεοειδισμού είναι συνήθως το αδένωμα, η υπερπλασία και ο καρκίνος των παραθυρεοειδών αδένων. Η θεραπεία των καταστάσεων αυτών είναι χειρουργική με αφαίρεση των παθολογικών ή του παθολογικού αδένα. Η επέμβαση γίνεται με εγκάρσια τομή στον τράχηλο, παρόμοια με την τομή των θυρεοειδεκτομών.
Μεγάλη σημασία για την ανεύρεση των αδένων και την επιτυχή έκβαση της επέμβασης έχει η όσο το δυνατόν πιο ακριβής προεγχειρητική εντόπιση των παθολογικών ή παθολογικού αδένα, η οποία γίνεται με υπερηχογράφημα, αξονική ή μαγνητική τομογραφία και με σπινθηρογράφημα με τεχνήτιο – Sestamibi. Η χειρουργική αντιμετώπιση του υπερπαραθυρεοειδισμού, λύνει ριζικά το πρόβλημα και ο ασθενής μπορεί να ζήσει μια φυσιολογική ζωή.