Το ήπαρ ή πιο κοινά το συκώτι είναι το μεγαλύτερο συμπαγές όργανο της κοιλιάς και βρίσκεται στο δεξιό άνω τμήμα της. Το ήπαρ εκτός από την παραγωγή της χολής είναι υπεύθυνο για μια πληθώρα μεταβολικών και βιοχημικών διεργασιών και γι’ αυτό χαρακτηρίζεται ως το ‘βιολογικό εργαστήριο’ του οργανισμού. Με τις λειτουργίες αυτές συμβάλει στην ρύθμιση του σακχάρου, στον μεταβολισμό των θρεπτικών ουσιών, στην εξουδετέρωση και αποβολή τοξικών για τον οργανισμό ουσιών, στην σύνθεση ένζυμων και εξειδικευμένων πρωτεϊνών όπως επίσης και στην άμυνα του οργανισμού. Είναι επίσης ένα φίλτρο των κοιλιακών οργάνων αφού δέχεται το αίμα από όλες τις φλέβες της κοιλιάς, γεγονός που εξηγεί τις ηπατικές μεταστάσεις από τους καρκίνους του πεπτικού συστήματος.
Χειρουργικές παθήσεις του ήπατος
Οι πιο συχνές χειρουργικές παθήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι οι κύστεις, τα αποστήματα, ο εχινόκοκκος, οι καλοήθεις (αιμαγγειώματα, αδενώματα) και κακοήθεις όγκοι (πρωτοπαθείς ή μεταστατικοί καρκίνοι) και τα τραύματα του ήπατος. Οι παθήσεις αυτές αντιμετωπίζονται κατά κανόνα από εξειδικευμένες χειρουργικές ομάδες με διάφορες χειρουργικές τεχνικές οι οποίες συνήθως γίνονται ανοικτά.
Τραύματα του ήπατος
Συχνά χρειάζεται να επέμβουμε χειρουργικά στο ήπαρ για να αντιμετωπίσουμε μια ενδοκοιλιακή αιμορραγία που οφείλεται σε κάκωση του ήπατος. Οι τραυματικές κακώσεις του ήπατος έχουν αυξηθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια λόγω των πολλών τροχαίων ατυχημάτων. Η αντιμετώπιση τους συνήθως γίνεται επειγόντως, κάποιες φορές όμως αντιμετωπίζονται συντηρητικά όπως σε κάποια υποκάψια αιματώματα του ήπατος. Επίσης πολύπλοκη και μακροχρόνια μπορεί να είναι και η αντιμετώπιση των μετεγχειρητικών επιπλοκών των κακώσεων του ήπατος, όπως οι λοιμώξεις, οι συλλογές χολής ή ορρώδους υγρού ή τα χοληφόρα συρίγγια.
Εχινόκοκκος ήπατος
Μια από τις καλοήθεις παθήσεις του ήπατος που αντιμετωπίζεται χειρουργικά είναι η εχινοκοκκίαση. Οφείλεται στο παράσιτο Echinococcus granulosus, ήταν αρκετά συχνή στην Ελλάδα τα πιο παλιά χρόνια αλλά ευτυχώς με την βελτίωση των υγειονομικών συνθηκών τα κρούσματα μειώνονται σημαντικά. Η μετάδοση της νόσου στον άνθρωπο γίνεται από λαχανικά και φρούτα που έχουν μολυνθεί από κόπρανα σκύλου. Η συχνότερη εντόπιση του εχινοκόκκου είναι το ήπαρ και λιγότερο οι πνεύμονες, ενώ σπάνια μπορεί να προσβάλει και άλλα όργανα.
Η εχινόκοκκος κύστη του ήπατος ανάλογα με το μέγεθος, την εντόπιση και τον αριθμό εμφανίζει και αντίστοιχα συμπτώματα όπως ηπατομεγαλία, ήπιο πόνο ή αίσθημα βάρους. Τα συμπτώματα είναι πιο έντονα όταν η κύστη διαπυηθεί ή όταν ραγεί. Σε περίπτωση που ραγεί, η κύστη μπορεί να προκαλέσει περιτονίτιδα, κωλικό χοληφόρων, βήχα και βρογχόσπασμο ή ακόμα και αλλεργική αντίδραση μέχρι και αναφυλακτικό shock.
Για την διάγνωση της νόσου εκτός από βιοχημικές εξετάσεις απαραίτητη είναι η αξονική τομογραφία, ενώ η αντιμετώπιση της είναι κατά κύριο λόγο χειρουργική. Εάν είναι εφικτό, λόγω της θέσης και του μεγέθους των κύστεων είναι προτιμότερη η ριζική επέμβαση, διαφορετικά πρέπει να γίνεται μερική εκτομή των κύστεων παρά την πιθανότητα για επανεπέμβαση.
Κακοήθη νεοπλάσματα του ήπατος
Οι κακοήθεις όγκοι του ήπατος διακρίνονται σε πρωτοπαθείς (συχνότερο το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα ή ηπάτωμα) και δευτεροπαθείς όγκους οι οποίοι είναι πολύ πιο συχνοί και αντιπροσωπεύουν μεταστάσεις από άλλους καρκίνους.
Το ηπάτωμα είναι ένας σχετικά σπάνιος καρκίνος ο οποίος συνδέεται αιτιολογικά με κίρρωση του ήπατος, με ηπατίτιδα Β, αλκοόλ και διάφορες χημικές καρκινογόνες ουσίες. Ενώ η κλινική εικόνα είναι στην αρχή ύπουλη στην συνέχεια έχουν ραγδαία εξέλιξη. Η αντιμετώπιση των ηπατικών νεοπλασιών γίνεται με ριζική αφαίρεση του όγκου με τυπικές ή άτυπες ηπατεκτομές. Οι ηπατεκτομές είναι εξειδικευμένες και βαριές επεμβάσεις που εκτελούνται από ειδικές χειρουργικές ομάδες και απαιτούν μεγάλη νοσηλεία και εντατική θεραπεία.
Τα μεταστατικά ή δευτεροπαθή νεοπλάσματα του ήπατος είναι πολύ πιο συχνά από τα πρωτοπαθή. Συνήθως είναι μεταστάσεις από τους όγκους του πεπτικού συστήματος (παχύ έντερο, στομάχι, πάγκρεας, οισοφάγος) όπως επίσης και από άλλα όργανα όπως πνεύμονες, μαστοί, νεφροί και όρχεις. Η κλινική τους εμφάνιση και η γενικότερη συμπεριφορά τους εξαρτάται από την πρωτοπαθή νόσο της οποίας αποτελούν μεταστάσεις. Η χειρουργική εκτομή των μεταστάσεων αυτών είναι η συνήθης θεραπεία, ιδίως για όγκους που προέρχονται από το παχύ έντερο ή το ορθό. Ακόμη και σε περιπτώσεις με πολλαπλές ηπατικές μεταστάσεις που δεν είναι δυνατή η ηπατεκτομή, έχουν θέση άλλες τεχνικές αντιμετώπισης τους, όπως καταστροφή των όγκων με εμβολισμό, με τοπική υπερθερμία ή κρυοθεραπεία ή με την μέθοδο των ραδιοσυχνοτήτων (RF). Η χημειοθεραπεία, συστηματική ή ενδοαρτηριακή, συμπληρώνει στην πλειοψηφία των περιπτώσεων την αντιμετώπιση των όγκων του ήπατος.